- ἀποδιδρασκίνδα
- ἀποδιδρασκίνδα (sc. παιδιά), Adv. aA game in which all but one ran away, described by Poll.9.117.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αποδιδρασκίνδα — ἀποδιδρασκίνδα, η (Α) [αποδιδράσκω] παιδικό παιχνίδι, κρυφτό … Dictionary of Greek